Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

τοῦ ἀληθοῦς

См. также в других словарях:

  • φιλοσοφία — Ο όρος, που σημαίνει αγάπη της σοφίας, αναφέρεται για πρώτη φορά στον Πυθαγόρα. Πολλοί αρχαίοι συγγραφείς, και μεταξύ αυτών ο Κικέρων και ο Διογένης Λαέρτιος, αφηγούνται ότι ο Πυθαγόρας, διατρέχοντας την Ελλάδα, έφτασε στον Φλιούντα, όπου ο Λέων …   Dictionary of Greek

  • πλάνη — Παραδρομή του πνεύματος, το οποίο, κατά τη διαδρομή των ενεργειών του, χάνει την ορθή κατεύθυνση και καταλήγει να θεωρεί ως αληθινό εκείνο που είναι εσφαλμένο ή αντίστροφα. Η π. χαρακτηρίζεται από αδικαιολόγητη πίστη στην αντικειμενική αξία… …   Dictionary of Greek

  • μεσημβρία — I Αρχαία πόλη στη θρακική παραλία του Εύξεινου Πόντου. Πρόκειται για τη βορειότερη από τις ελληνικές αποικίες, χτισμένη σε φυσικά οχυρή χερσόνησο με ασφαλισμένο λιμάνι, το οποίο της προσέφερε τη δυνατότητα να αναπτύξει αξιόλογη ναυτική και… …   Dictionary of Greek

  • Μακράκης, Απόστολος — (Σίφνος 1831 – Αθήνα 1905). Ιεροκήρυκας, φιλόσοφος και θεολόγος. Το 1862 πήγε στο Παρίσι ως ιδιωτικός παιδαγωγός και εκεί μελέτησε τα διάφορα φιλοσοφικά συστήματα, από τον Ντεκάρ έως τον Χέγκελ, και έγραψε τρεις φιλοσοφικές διατριβές: Περί της… …   Dictionary of Greek

  • ορθ(ο)- — (I) (ΑΜ ορθ[ο] ) α συνθετικό πολλών λ. όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο επίθ. ορθός και προσδίδει στο β συνθετικό τη σημ. τού όρθιου, τού ίσιου, τού ευθέος, τού κάθετου (πρβλ. ορθο κέρατος, ορθο τενής, ορθό τριχος, ορθο χαίτης) ή …   Dictionary of Greek

  • εφάπτομαι — (ΑΜ ἐφάπτομαι και ἐφάπτω, ιων. τ. ἐπάπτω) μέσ. 1. εγγίζω κάτι στην εξωτερική του επιφάνεια, έρχομαι σε επαφή με κάτι, πιάνω, ακουμπώ σε κάτι («τοίχων ἐφαψάμενος», Φιλοστόργ.) 2. μαθημ. ακουμπώ, έχω ένα κοινό σημείο με κάποια καμπύλη νεοελλ. (το… …   Dictionary of Greek

  • ГАРМОНИЗАЦИЯ ЕВАНГЕЛЬСКАЯ — лит. жанр согласования евангельских сообщений о жизни Господа Иисуса Христа. Термин впервые использован А. Осиандером в качестве названия его соч. «Harmonia evangelica» (1537). Древняя Церковь Гармонизация как решение проблемы различий между… …   Православная энциклопедия

  • μεταλλεία — Παράλιος οικισμός (υψόμ. 5 μ., 326 κάτ.) στην πρώην επαρχία Λοκρίδας του νομού Φθιώτιδας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Οπουντίων. * * * η (Α μεταλλεία) [μεταλλεύω] η αναζήτηση μετάλλων στο έδαφος, μετάλλευση («ὅσα ὑπὸ μεταλλείας ὀρυττόμενα… …   Dictionary of Greek

  • αληθολάτρης — ο (θηλ. ισσα) αυτός που αγαπά την αλήθεια, ο λάτρης της αλήθειας. [ΕΤΥΜΟΛ. < αληθής + λάτρης, ο λάτρης «τού αληθούς», τής αληθείας] …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Εκπαίδευση — Η ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Είναι οι λόγιοι της προεπαναστατικής περιόδου (β΄ μισό 18ου αιώνα μέχρι την κήρυξη της επανάστασης) οι οποίοι, προσβλέποντας στην πνευματική αναγέννηση του Γένους, που θα έφερνε και την… …   Dictionary of Greek

  • ναυσιπλοΐα — Η πρακτική και η τεχνική του πλου. Διακρίνεται σε θαλάσσια ν. και σε ν. κλειστών υδάτων: η πρώτη περιλαμβάνει την ποντοπλοΐα, που εκτείνεται σε όλες τις θάλασσες και τους ωκεανούς, και την ακτοπλοΐα, που περιορίζεται στις κλειστές θάλασσες και… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»